Απόρροια της οικονομικής κρίσης;; Απόρροια της εικονικής επιχειρηματικότητας στη χώρα μας;; Η ουσία είναι ότι η πλειοψηφία των μεσαίου μεγέθους εταιρειών έχει δύο χρόνια τώρα κάνει σχεδόν όλες τις «λάθος κινήσεις», για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση. Με κορυφαία την απίσχναση του παραγωγικού ιστού της επιχείρησης τους, του εργατικού τους δυναμικού, χωρίς να έχει προηγηθεί η αναδιοργάνωση των δραστηριοτήτων.
Εδώ και δύο εβδομάδες επικοινωνώ με γνωστούς μου επιχειρηματίες για να συλλέξω σειρά στοιχείων για μια επιχειρηματική πρόταση που ενδιαφέρεται να υλοποιήσει στην Ελλάδα το 2011 μια μεγάλη πολυεθνική εταιρεία. Όταν τους παρουσίασα το έργο όλοι ενδιαφέρθηκαν, το επιχειρηματικό κέρδος βλέπετε φαντάζει σημαντικό. Εξήγησα σε όλους ότι χρειάζομαι λίγο από τον χρόνο τους σήμερα για να οργανώσω την πρόταση μου, «χωρίς πρόταση έργο δεν προκύπτει» ξεκαθάρισα και συμφώνησαν…
Δύο εβδομάδες τώρα προσπαθώ να τους βρω και να πάρω έστω και προφορικά τα στοιχεία που χρειάζομαι. Είναι όλοι πηγμένοι…!! Δεν έχουν περισσότερη δουλειά από άλλα, προηγούμενα χρόνια, απλά έχουν λιγότερο εργατικό δυναμικό και χειρότερη οργάνωση. Γιατί δεν σκέφτηκαν τις πραγματικές ανάγκες της δουλειάς τους, λειτούργησαν παρορμητικά, έτσι τώρα στερούνται πραγματικών συνεργατών, έχουν μόνο υπαλλήλους στην πλειοψηφία τους ανειδίκευτους, έτσι προσπαθούν να τα κάνουν όλα μόνοι τους για να «επιβιώσουν». Ζώντας (επιχειρηματικά και βιολογικά) μόνο για το σήμερα και το αύριο, αδυνατώντας να δουν και να σχεδιάσουν έστω και μία μέρα περαιτέρω…
Έτσι όμως χάνουν ευκαιρίες και δεν αναπτύσσονται… Γιατί εγώ (και ο κάθε εγώ) το έργο μου θα το ολοκληρώσω και το project θα τρέξει. Η διαφορά: θα τρέξει με τους «διαθέσιμους», με αυτούς που θα με πείσουν ότι αξίζει να «ακουμπήσω» πάνω τους!! Οι άλλοι…;; Θα μικραίνουν ώσπου να εξαφανιστούν. Μπορεί να ακούγεται σκληρό αλλά αυτή θα είναι η επόμενη μέρα για την αγορά, όσοι το κατανοήσουν και προσαρμοστούν θα συνεχίσουν…
Τελειώνοντας αυτό το μικρό σημείωμα, θυμήθηκα ένα κείμενο που είχα διαβάσει προ μηνών σε κάποια εφημερίδα… Ψάχνοντας, βρήκα ένα αντίγραφο του διαδικτυακά και το μοιράζομαι μαζί σας. Συγγραφέας του η Σώτη Τριανταφύλλου (συνωνυμία, όχι συγγένεια), τίτλος του ο τίτλος της δημοσίευσης «Διοίκηση επιχειρήσεων σε συνθήκες ζούγκλας». Διαβάστε το…
Με αίτιο ή με πρόσχημα την οικονομική κρίση, πολλές επιχειρήσεις επιδεικνύουν άπληστη και ανέντιμη συμπεριφορά σαν εκείνη που προκάλεσε τη σημερινή κατάσταση (ή που, έστω, συνέβαλε σ’ αυτή). Πολλοί επιχειρηματίες, αντί να αναζητήσουν τρόπους επιβίωσης και επέκτασης στηρίζοντας το οικονομικό σύστημα, σπεύδουν σε απολύσεις, στο κλασικό «downsizing»: ο περιορισμός του μεγέθους μιας επιχείρησης καταλήγει στη διατήρηση (όχι σπάνια στην αύξηση) των επιχειρηματικών κερδών, ωστόσο, υπάρχει μεγάλο ηθικό και, μακροπρόθεσμα, οικονομικό κόστος.
Παρά τη μαρξιστική ανάλυση περί πάλης των τάξεων και εξαιτίας της πραγματικότητας που καθρεφτίζεται σ’ αυτή την ανάλυση, οι κοινωνικές τάξεις είναι συνυφασμένες. Ετσι, το «downsizing» στρέφεται κατά των ίδιων των επιχειρήσεων: καθώς χάνουν ανθρώπινους πόρους συρρικνώνονται,·η καταναλωτική δύναμη των πολιτών μειώνεται, η αγορά μαραζώνει, εκτός από τις αναμενόμενες κοινωνικές «αναταραχές» που απειλούν να διαρρήξουν τον κοινωνικό ιστό, διογκώνεται ο χώρος της μαύρης εργασίας, της μαύρης οικονομίας, του παρασιτισμού. Καμιά επιχείρηση δεν είναι νησί.
Οι περισσότεροι Ελληνες επιχειρηματίες – συνήθως νεόκοποι και χωρίς βιομηχανική παράδοση – βλέπουν τους εργαζομένους σαν μέσον για το σκοπό τους, το κέρδος, ·τους χρησιμοποιούν, δεν αξιοποιούν τις δυνατότητές τους, δεν προσβλέπουν στην ενίσχυση αυτών των δυνατοτήτων. Η συμβατική «λογική» της επιχείρησης αντιβαίνει στην απλή ηθική: το συμφέρον της υπερφαλαγγίζει την ανθρώπινη ευζωία, η μείωση των κερδών αντιμετωπίζεται με βίαιη πτώση του επιπέδου διαβίωσης των εργαζομένων, δηλαδή με περικοπές μισθών και απολύσεις μισθωτών, με ευτελισμό των παρεχομένων υπηρεσιών και των προϊόντων.
Οι επικεφαλής και τα στελέχη των επιχειρήσεων δεν δέχονται καμιά διακύμανση του δικού τους επιπέδου διαβίωσης, στον κώδικα της ηθικής τους επιτρέπεται να επιδεινωθεί μόνο το «χαμηλό» επίπεδο διαβίωσης, ποτέ το «υψηλό», επιτρέπεται να χειροτερέψει η ποιότητα των προϊόντων τους, όχι η ποιότητα των εξαρτημάτων του πλούτου τους. Οι επιχειρηματίες είναι θεαματικά προσκολλημένοι στα προνόμιά τους: το «κατάστημα» τούς ανήκει, το έκτισαν. Συχνά, το έκτισε ο μπαμπάς τους. Στόχος τους είναι η μεγέθυνσή του όχι εξαιτίας της επιχειρηματικής φιλοδοξίας, αλλά εξαιτίας ενός τρόπου ζωής χωρίς «όριο».
Αυτή η στάση έχει μια επίμαχη πλευρά μολονότι το κέρδος είναι απαραίτητο: δεν νοείται επιχείρηση χωρίς το κίνητρο του κέρδους. Ωστόσο, δεν είναι απαραίτητη η διαρκής και αδιάλειπτη αύξησή του. Οπως υπάρχει ένα «κατώφλι» κέρδους -ένα «ελάχιστο»- υπάρχει κι ένα μέγιστο όριο, πάνω από το οποίο η εκμετάλλευση ανθρωπίνων (και φυσικών) πόρων γίνεται αν όχι παράνομη, τουλάχιστον αήθης.
Σε περιόδους ύφεσης το χειρότερο που μπορεί να κάνουν οι επιχειρήσεις είναι απολύσεις: εξαιρέσεις υπάρχουν, πάντα βρίσκεται ένας ανίκανος, ένα νεκρό βάρος, ή κάποιος που έχει προσληφθεί με λανθασμένα κριτήρια, κάποιος που μισεί την ίδια του την εργασία, το περιβάλλον του, την επιχείρηση. Εννοείται ότι και σ’ αυτή την περίπτωση υπάρχει εργατική νομοθεσία που πρέπει να εφαρμοστεί, όχι επειδή «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» (μια απλοϊκή και ισοπεδωτική αντίληψη που έχει όμως κάποια σημασία), αλλά επειδή σε μια κοινωνία αλληλεγγύης οι αδύνατοι (όσοι δεν κατέχουν μέσα παραγωγής, περιουσία, «αχτύπητη» μόρφωση) πρέπει να προστατεύονται περισσότερο από τους υπόλοιπους. Και πάλι όχι μόνο για ανθρωπιστικούς λόγους: η έκπτωση και η περιθωριοποίηση των πολιτών στοιχίζει ακριβά στο κοινωνικό σύνολο.
Αντί για απολύσεις -ατομικές ή μαζικές- οι επιχειρήσεις θα έπρεπε, για το δικό τους όφελος, να προχωρήσουν σε αναδιαρθρώσεις, σε αναβαθμίσεις, σε εκλογίκευση και περιορισμό λειτουργικών και άλλων εξόδων που δεν σχετίζονται με το ανθρώπινο δυναμικό, σε δημιουργία κινήτρων για τους εργαζομένους, σε εναλλακτική διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων. Ο στόχος τους είναι, εκ των πραγμάτων, η υγεία αυτών των επιχειρήσεων, η οποία όμως δεν ταυτίζεται απαραιτήτως με τον τρόπο ζωής των filthy rich: αντιθέτως απ’ ό,τι νομίζουν οι ηλιοκαμένοι νεόπλουτοι των σκυλάδικων, «σωστοί» και σοβαροί επιχειρηματίες δεν είναι τα fashion victims που κάνουν διακοπές διαρκείας, αλλά σκληρά εργαζόμενοι διαχειριστές μέσων παραγωγής, επιβαρυμένοι με πολλές ευθύνες, φόρους και αντιστάσεις από την πλευρά του κρατικού μηχανισμού (ο οποίος μπλοκάρει τους σοβαρούς επενδυτές, συμπλέοντας με τους καιροσκόπους).
Οι «σωστοί», σοβαροί και επιτυχημένοι σε βάθος χρόνου επιχειρηματίες είναι απολύτως νομοταγείς και διαθέτουν κοινωνικό κριτήριο, ξέρουν, για παράδειγμα, ότι αποτελεί αήθεια η απόλυση εργαζομένου ηλικίας πάνω από πενήντα ετών, ότι η κατάρτιση των εργαζομένων πρέπει να συμπληρώνεται και να εκσυγχρονίζεται συνεχώς με ενθάρρυνση της ίδιας της επιχείρησης, ότι απαιτείται κλίμα ελευθερίας και κατανόησης για να αποδίδουν οι υπάλληλοι, και ότι το καλό όνομα της επιχείρησης εξαρτάται από το πώς διαχειρίζεται το προσωπικό της.
Μερικοί από τους ηθικούς κανόνες προβλέπονται από τη νομοθεσία, άλλοι επαφίενται στην πρωτοβουλία των εργοδοτών, άλλοι καθορίζονται από την εξισορρόπηση εργοδοτικής πολιτικής και συνδικαλισμού. Οι κοινωνικές τάξεις δεν πρόκειται να αγαπηθούν σ’ έναν κοινό χορό: όμως υπάρχει μακρά σειρά επιχειρήσεων που για χρόνια και χρόνια γνώρισαν άνθηση χωρίς παράπονα από την πλευρά των εργαζομένων. Οποιος πιστεύει ότι τον εργοδότη και τον εργαζόμενο τούς χωρίζει «αίμα» σκέφτεται ακόμα με όρους του 19ου αιώνα, ούτε καν του 20ού.
Η ουσία είναι ότι, μετά τα σκληρά μέτρα της κυβέρνησης (αναπόφευκτα άραγε; Υπάρχουν πικρές διαφωνίες), δεν προωθείται η ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης: επικρατούν νόμοι ζωολογικοί, συνθήκες ζούγκλας. Τα προβλήματα της ηθικής παραμερίζονται μπροστά σ’ εκείνα της οικονομίας, της απλής λογιστικής. Ολες οι αυθαιρεσίες δικαιολογούνται, το ελληνικό management βρίσκεται σε πρωτοκαπιταλιστικό επίπεδο (ο 19ος αιώνας που λέγαμε), όπως και οι περισσότεροι επιχειρηματίες, οι μικρομέγαλοι, με τη βλαχοαμερικανοοθωμανική νοοτροπία (τον αγροτικό πατριαρχισμό, την παραδοσιοκρατία) που, αναπόδραστα, βρίσκονται απέναντι σε εξίσου έξαλλους και αδαείς συνδικαλιστές.
Για την ιστορία, δημοσιεύθηκε (αν δεν απατώμαι) την Κυριακή 4 Ιουλίου 2010 στον Ελεύθερο Τύπο